google-site-verification: google7d163f36c123bf95.html

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

History of.... Christmas Star.



The Star we place at the top of our Christmas Tree represents the Star of the East mentioned in the Bible. 
It shown so brightly on the night of Jesus' birth that the three Wisemen followed its glow to Bethlehem where they worshipped our newborn King. 
This symbol is used in Christian tradition everywhere.

 Even though the stars we see each night are the same stars that filled the sky on the night of Jesus' birth, the scientific community and religious skeptics continually try to logically explain the Star of Bethlehem's appearance. 

The three Wisemen followed the Star for weeks as they searched for Jesus. 
And even though the exact moment of His birth is not known, modern-day astronomers cannot place the appearance of a new star within a calculated time frame.

 Many people still prefer to believe the star was a part of the great miracle that occurred that holy night.
Throughout the Christian world, the holiday to celebrate His birth begins with the appearance of the first star on Christmas Eve.

 As a representation of high hopes, high ideals, hope for good fortune, the Star holds a special heavenly meaning for all.  

This makes it the perfect universal symbol of Christmas.


Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Τάσος Λειβαδίτης.

  
"Ω λυκόφως,δίκαιη ώρα,που και στα πιο ταπεινά πράγματα δίνεις μια σημασία πριν έρθει η νύχτα..."

                         Photo from Fanpop

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013

Σώπα μη μιλάς !.- Αζίζ Νεσίν. ✿◦.¸¸.◦✿ Silence ! Do not speak.- Aziz Nesin.



"Silence! Do not speak. It's a shame. Silence your voice. Hush!
If speech is silver, silence is golden.
 

The first words I heard as a child, whether I was crying, laughing, playing, they kept on telling me to "Be Silent!"
 

At school they taught me half the truth, and told me: "Why do you care? Be Silent!"
 

The first boy I fell in love was kissing me and was telling me:
"Don't say a word about it and Be Silent!"
"Silence your voice and do not speak. Shut up".

 

And that lasted till I was twenty years old.
The word of Authority against the silence of the Subordinate.
 

I was looking at the blood on the pavement and they were telling me "Why do you care?" "You'll get into trouble, Be Silent."
 

Later in my life my bosses were telling me "Don't question orders. Pretend that you agree with them and Be Silent!"
I got married and had children and taught them to be Silent.
My husband was honest and hardworking and knew how to be Silent.
He had a wise mother, that was telling him to be "Be Silent."
 

During leap years, neighbors were advising me:
"Do not get involved. Pretend you did not see a thing and Be Silent"
We may have not had any kind of great relationship between us,
but were however united by Silence. 


"Be Silent" one of them was saying, "Be Silent" the other was responding, "Be Silent" the people upstairs were saying, "Be Silent" the people underneath were saying. 

"Be Silent" throughout the whole building and around the whole square. 
"Be Silent" across the vertical and parallel streets.
 

We swallowed our tongues. 
We may have a mouth, but not a voice.
We joined the "Be Silent" club" that gathered many,
an entire city of great strength, but a mute one!
We achieved a lot and reached so high that they gave us medals.
 

And all so easy, just by being Silent.
What a great art that phrase "Be Silent" can be.
Teach it to your wife, teach it to your child, teach it to your mother in law. 

And when you feel the need to speak, forcefully remove your tongue out and Be Silent.

Cut your tongue out and throw it to the dogs. It has become a useless body part, since you're not using it correctly. By doing so, you will not have nightmares, guilt and doubts.
 

You will not be ashamed of your children
and you'll save yourself from the trouble of talking,
you won't have to speak and say "you are so right, I'm with you".
 

Oh gosh ! How much I wish I was able to speak!
And you will not speak, you'll become a windbag,
you will be drooling instead of talking.
Cut out your tongue, immediately cut it out.
You don't have any other choice.
 


Be mute. Since you will not speak, it's better to dare it.
Cut out your tongue. 


At least be honest with yourself.
In my plans and in my dreams, between sobs and fits, I hold my tongue. 


Cause I fear that the moment will come, where I won't be able to withhold this urge and I 'll burst out without fear, but full of hope. 

And every time my throat will be filled with just one phoneme,
with just one whisper, one stutter, one cry that tells me:

"SPEAK.... !!!"


Poem by turkish poet Aziz Nesin. 
                         ******************** ******************** ********************
                                                                                

Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ” τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
«σώπα».

Στο σχολείο μου κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε : «εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα.»

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε: «κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ….σώπα.»

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσι μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο, «Τι σε νοιάζει εσένα;», μου λέγανε, «θα βρεις το μπελά σου, σώπα».

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι «Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα»

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή , που της έλεγε «Σώπα».


Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
«Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα»
Μπορεί να μην είχαμε με γι’αύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε , όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας,σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του «Σώπα».
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη ,αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά,φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Εύκολα , μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το «Σώπα».

Μάθε το στη γυναίκα σου,στο παιδί σου,στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν’την να σωπάσει.
Κόψ’την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
 
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες , τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς ,
χωρίς να μιλάς να λες « έχετε δίκιο,είμαι σαν κι εσάς»
Αχ ! Πόσο θα “θελα να μιλήσω ο κερατάς.

και δεν θα μιλάς ,
θα γίνεις φαφλατάς ,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς .

Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις , καλύτερα να το τολμήσεις Κόψε τη γλώσσα σου.

Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα’ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ !….

Το αγγελάκι της φουντωτής γιρλάντας...

-Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε χαρούμενα ένα χειμωνιάτικο πρωινό ο μικρός άγγελος.
Η Χριστουγεννιάτικη φουντωτή γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους που κρέμονταν από πάνω της, τινάχτηκε ολόκληρη.
-Μας ξύπνησες! διαμαρτυρήθηκαν οι άγγελοι με μια φωνή.
Τι σε έπιασε και φωνάζεις ξαφνικά;


-Έρχονται! Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε και πάλι ο μικρός άγγελος.

Οι άλλοι άγγελοι χασμουρήθηκαν.
Ίσιωσαν τα χάρτινα φτερά τους που ήταν σκεπασμένα με λείο και μαλακό ύφασμα και ρώτησαν το μικρό τους αδερφό.

-Και εσύ που το ξέρεις; Μέσα σε αυτό το κουτί που είμαστε κλεισμένοι, δεν έχουμε ούτε ημερολόγια, ούτε ρολόγια.
Πως μπορούμε να ξέρουμε τι εποχή είναι, αν πλησιάζουν τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα;
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε τη στιγμή που κάποιος θα ανοίξει το καπάκι από το κουτί και θα μας τοποθετήσει με τα άλλα στολίδια πάνω στο δέντρο.

-Κι όμως εγώ ξέρω πως έρχονται τα Χριστούγεννα! Τα μυρίζω!

Οι άγγελοι της φουντωτής γιρλάντας έξυσαν συγχρονισμένοι σαν χορευτές μπαλέτου, το φτιαγμένο από γουνίτσα φωτοστέφανο στο κεφάλι τους.
-Τα μυρίζεις; απόρησαν! Α, εσύ είσαι τελείως χαζούλης!

-Μα ναι! επέμενε ο μικρός άγγελος. Τα μυρίζω στον αέρα που έχει γίνει υγρός και βαρύς.
Στη μυρωδιά από τα ξύλα που καίγονται στο τζάκι. Στα γλυκά με κανέλα και μέλι που φτιάχνουν στην κουζίνα του σπιτιού.
Έρχονται Χριστούγεννα σας λέω!
-Εμείς το μόνο που μυρίζουμε εδώ μέσα είναι κλεισούρα και σκόνη.
Κοιμήσου μικρέ.
Έχουμε καιρό ακόμα μέχρι τα Χριστούγεννα του είπαν οι άγγελοι και ξάπλωσαν πάνω στο βαμβάκι που είχαν για στρώμα για να μη τσαλακωθούν και σκιστούν.

Όμως ο μικρός άγγελος, ο τελευταίος στη φουντωτή γιρλάντα με τους αγγέλους, δεν μπορούσε να κοιμηθεί από την χαρά και την προσμονή. Έφταναν τα Χριστούγεννα και επιτέλους θα βρισκότανε και πάλι πάνω στο στολισμένο δέντρο.
Εκεί μπορούσε να βλέπει όλο το σπίτι, στολισμένο με γκι και κορδέλες.
Να λιγουρεύεται το γιορτινό τραπέζι με τα γλυκά και τα φαγητά που μοσχοβολούσαν. Να λικνίζεται στο ρυθμό των όμορφων τραγουδιών που ηχούσαν παντού και να χαίρεται με τα γέλια, τα παιχνίδια και τις κλεφτές ανυπόμονες ματιές των παιδιών στα κουτιά με τα δώρα κάτω από τα κλαδιά του έλατου.

Και να που πραγματικά είχε δίκιο.
Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν με γοργούς ρυθμούς και κάποια μαγική στιγμή, το καπάκι του κουτιού που κρατούσε κλειστή την φουντωτή Χριστουγεννιάτικη γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους άνοιξε.
Το φως ξεχύθηκε λαμπρό και ζεστό μέσα στο κουτί και ξύπνησε τα αγγελάκια που χαρούμενα φώναξαν όλα μαζί πια:
-Ήρθαν τα Χριστούγεννα!

 Ήρθαν τα Χριστούγεννα!
Μαζί με αυτό, άνοιξαν και άλλα κουτιά.

Το μεγάλο κουτί με τις γυάλινες μπάλες που τσούλησαν γρήγορα στο χαλί.
Το κουτί με τους βελούδινους φιόγκους που τεντώθηκαν νυσταγμένοι.
Το κουτί με τις καμπάνες που με μιας άρχισαν να χτυπάνε.
Τον ξύλινο καρυοθραύστη που ακόνισε την μασέλα του.
Τα Άγιο-Bασιλάκια που κρατούσαν κιθάρες και βιολιά στα χέρια τους.
Και στη γλώσσα των παιχνιδιών που κανείς δεν γνωρίζει και δεν ακούει, άρχισαν όλα τα στολίδια να πανηγυρίζουν, να γελάνε και να τραγουδάνε χαρούμενα που μετά από μεγάλη αναμονή οι γιορτές έφτασαν και το φως της μέρας ανέδειξε τα όμορφα χρώματα τους.
Μα πιο πολύ χαρούμενος ήταν ο μικρός άγγελος της φουντωτής γιρλάντας.
 Γιατί αυτός ήξερε πιο μπροστά από τα άλλα στολίδια πως τα Χριστούγεννα είχαν φτάσει.
Το μύριζε και το ένιωθε μέσα στην καρδιά του και δεν έβλεπε την ώρα να σταθεί πάνω στο δέντρο και πάλι.
Και η στιγμή αυτή είχε φτάσει.
Τα λεπτά χέρια μιας όμορφης γυναίκας με μακριά μπουκλωτά μαλλιά μπήκαν μέσα στο κουτί και έπιασαν την γιρλάντα με τους αγγέλους.
Η καρδιά του μικρού αγγέλου πήγε να σπάσει.



-Τώρα θα πετάξω ψηλά στο έλατο, σκέφτηκε. Θα δω το στολισμένο σπίτι, τα παιδάκια που τρέχουν γύρω από τα σκορπισμένα στο σαλόνι στολίδια και δώρα, τα χαμόγελα στα πρόσωπα όλων να ζεσταίνουν το κρύο που ένιωθα τόσο καιρό μέσα στο κουτί.
Μα καθώς σκεφτόταν όλα αυτά...χρατς!
Το χάρτινο φτερό του πιάστηκε στο καπάκι από το κουτί που δεν είχε καλά ανοίξει και κόπηκε στη μέση.
-Αχ τι κρίμα! Έσκισα το φτερό του τελευταίου στη σειρά αγγέλου. Δεν πειράζει.
Τώρα η γιρλάντα θα έχει μόνο έξι αγγέλους, είπε η γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και παίρνοντας στα χέρια της ένα ψαλίδι έκοψε το σκοινί που συγκρατούσε τον άγγελο στην φουντωτή γιρλάντα και τον έβαλε και πάλι μέσα στο κουτί.
Όλα τότε ησύχασαν.
Τα στολίδια έπαψαν να γελάνε και να φωνάζουνε στη γλώσσα των παιχνιδιών.
Το φως που έλουζε τα κουτιά χλόμιασε και το κρύο σκέπασε τον μικρό άγγελο με το σκισμένο φτερό, που έμεινε ξαπλωμένος στον πάτο του κουτιού.



-Δεν θα γνωρίσω τα φετινά Χριστούγεννα.
Δεν θα μυρίσω τα φρεσκοψημένα γλυκά στο φούρνο.
Δε θα τραγουδήσω μαζί με τα παιδιά, που θα στέκονται στην πόρτα χτυπώντας τριγωνάκια τα κάλαντα για τον Χριστούλη, είπε πολύ λυπημένος ο μικρός άγγελος και χάρτινα δάκρυα άρχισαν να πέφτουν από τα ζωγραφισμένα μάτια του.
Μα πριν προλάβει να κρυώσει η καρδούλα του, άλλο ένα χέρι μπήκε μέσα στο κουτί.
Ήταν μικρό και στρουμπουλό και άρχισε να ψαχουλεύει το κουτί ανακατεύοντας το μπαμπάκι του πάτου τόσο, που ο άγγελος έκανε τούμπες.
Ύστερα, έπιασε τον μικρό άγγελο που έστεκε, χωρίς την γιρλάντα, μόνος με το σκισμένο φτερό του. Κι όταν το χέρι τον σήκωσε, ο άγγελος, έστω και με ένα φτερό, πέταξε ψηλά κι αντίκρισε ένα μικρό παιδάκι, που ίσα ίσα στεκόταν στα ποδαράκια του και περπατούσε άτσαλα.
Το μικρό παιδάκι με τον άγγελο στο τεντωμένο του χέρι έφτασε στραβοπατώντας τη γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και της έδωσε τον άγγελο.
-Θέλεις να τον βάλουμε κι αυτόν στο δέντρο; ρώτησε η γυναίκα.


Το παιδάκι γέλασε τότε τόσο τρανταχτά και γλυκά, που ο μικρός άγγελος έπαψε πια να κρυώνει και μια μαγική θαλπωρή τον τύλιξε.
Η γυναίκα πήρε τον μικρό άγγελο από το χεράκι του παιδιού, του τίναξε από πάνω του τα ανακατεμένα μπαμπάκια και με προσοχή κόλλησε το μισό φτερό που του έλειπε.
Ύστερα, ανεβαίνοντας σε μια μεγάλη σκάλα τον έβαλε πιο ψηλά από τα άλλα στολίδια, πιο ψηλά ακόμα και από την γιρλάντα των έξι αγγέλων.
Στην κορυφή του δέντρου!

Και καθώς το μικρό παιδάκι είδε τον άγγελο τόσο λαμπερό και όμορφο άρχισε να χτυπάει παλαμάκια και για μια στιγμή φάνηκε σε όλους πως ο μικρός άγγελος ζωντάνεψε κι έγινε ένας αληθινός άγγελος που είχε κατέβει από τον ουρανό για να αναγγείλει τη γέννηση του Χριστού.
Κι εκεί απάνω ο μικρός άγγελος έζησε τα πιο όμορφα Χριστούγεννα που είχε ζήσει ποτέ του.
Με μυρωδιές, με τραγούδια, με γέλια και παιχνίδια, μα και με κάτι ακόμα που έκανε τις γιορτινές μέρες πιο πλούσιες και πιο ζεστές.
Με αγάπη!
Λέττα Βασιλείου