google-site-verification: google7d163f36c123bf95.html

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

ΜΟΝΑΞΙΑ ΜΟΥ.....

Ειναι κάτι νύχτες που σε επισκέπτεται η μοναξιά....και
δεν λέει να ξεκολλήσει από πάνω σου.......κάθεται δίπλα
σου ,θες δε θες!!!

Μ ια τέτοια νύχτα είναι και η σημερινή.
Πάντα μόνη ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους.
Έτσι νιώθω και αν αυτό δεν είναι μοναξιά....
τί στο καλό είναι?

Και γιατί όταν βραδιάζει νιώθω πάντα έτσι?
Γιατί να μην είναι πάντα πρωί?
Είναι βαριά η νύχτα όταν είσαι μόνος.
Τί έφταιξε?

Δεν υπάρχουν άνθρωποι, είμαι πια βέβαιη...
και όποιος σε πλησιάζει προσποιείται.
Δίνεις τα πάντα, όχι για να πάρεις, αλλά γιατί
έτσι είσαι.
Και στο τέλος μόνο πίκρα παίρνεις.


Βρίσκομαι σε αδιέξοδο.....κουράστηκα πια να χαμογελάω
όταν ξέρω ότι από πίσω με καρφώνουν...με μαχαιρώνουν
και οι πληγές μένουν πάντα εκεί, να μου θυμίζουν ότι
δεν αξίζει να στενοχωριέμαι και ότι πρέπει να αλλάξω.

Δεν μπορώ να αλλάξω όμως...δεν μπορώ να γίνω σκληρή.
Τώρα? είναι αργά πια.............

Κουράστηκα όμως...βαρέθηκα...πάντα όλα για όλους.
και εγώ τι?
Δεν αξίζω κάτι αληθινό?Δεν θέλω τέτοιους ανθρώπους
δίπλα μου.....προτιμώ τελικά τη μοναξιά μου.


Με αυτήν μπορώ να συζητήσω, μπορώ να κλάψω
και πολλές φορές γιατί όχι?.... ...μπορώ και να
ονειρευτώ!!!
Πώς να σταθεί ο νους σε ένα τόπο?
Φεύγει, χάνεται...τον ασυμμάζευτο έχει.

Στην αρχή κάνει μια βολτα σε αυτά τα όνειρα
που τα έφερε έτσι η ζωή... και που ποτέ δεν
πραγματοποιήθηκαν.
Και μετά καταλήγει πάντα στην ίδια εικόνα
εδώ...στο τώρα...κάτι τέτοια βράδυα περνάμε
από τον Παράδεισο στην Κόλαση σε μια νύχτα.

Δεν αλλάζει ο άνθρωπος και δε θέλω να αλλάξω.
Προτιμώ να είμαι έτσι...να δίνω....και να παίρνω
μόνο λύπες.
Πονάει...πονάει πολύ.....αλλά τουλάχιστον ΝΙΩΘΩ...
και αυτό αν μη τι άλλο, σημαίνει ότι ζω και είμαι
άνθρωπος.....

[ Σοφία]

Κάνε γρήγορα.........

Κάνε γρήγορα. Μη χαζεύεις. Τα όμορφα πράγματα στη ζωή, κρατούν όσο και η βροχή, ανάμεσα στα δάχτυλά σου.
Το θέμα είναι να μην ξεχαστείς και δεν απλώσεις την κατάλληλη ώρα τη χούφτα σου.

Δεν είναι τόσο πεζή η καθημερινότητα, όσο την παριστάνουν μερικοί. Φτάνει μια λεπτομέρεια, για να μετατραπεί σε γιορτή.
Ένα λουλούδι στο κομοδίνο. Ένα κερί στο τραπέζι. Ένα χαμόγελο πλατύ. Δε φταίει η καθημερινότητα.
Η φαντασία φταίει που δεν τηνν κάνει παρέα.

Το πιο σοφό πράγμα που έμαθα είναι αυτή η κεντημένη φράση στις παλιές μπάντες. "Και αυτό θα περάσει".
Και, γύρω γύρω, πουλιά και λουλούδια...
Εκείνοι οι κοφτεροί βράχοι, στη άκρη του γυαλού... Εκείνοι μου 'μαθαν πώς ν' αγναντεύω την ελπίδα.

Μην κλείνεις να σε χαρώ, την πόρτα της καρδιάς σου. Μουσαφίρης είναι κι η χαρά κι αν τη βρει κλειστή, θα φύγει.
Δε χάθηκε ο ήλιος. Στο σκούρο σύννεφο κρύφτηκε. Περίμενε λίγο.
Τη σοφία της ψυχής την αποκτάς με τον πόνο.

Είναι τόσο μικρή η ζωή! Ούτε τον εαυτό σου δεν προφταίνεις να γνωρίσεις. Ούτε ακόμα να χορτάσεις αυτή τη γλυκιά
προσμονή για όλα αυτά, που έτσι κι αλλιώς το ξέρεις πως δε θα 'ρθουν.
Ίσως αυτοί που χαιρετούν το Μάη μ' ένα στεφάνι από αγριολούλουδα... Ίσως αυτοί που τρέχουν στις ακροποταμιές ν' ακούσουν τ' αηδόνια... Ίσως αυτοί, που θυμούνται πάντα το άρωμα της γιασεμιάς...
Ίσως αυτοί αλλάξουν κάποτε τον κόσμο... Ίσως.....

Ζήσε τη ζωή σου ελεύθερα. Κι όταν τσακίζεσαι, να 'χεις το θάρρος και να λες, με γεια μου με χαρά μου.
Φτου κι από την αρχή. Όχι κακομοιριές και κλαψούρες.

Οι φόβοι και οι ανασφάλεις μοιάζουν πολύ με τα σκυλιά. Αν καταλάβουν πως τρέμεις, σου χυμούν. Αν δείξεις αδιαφορία,
χοροπηδούν τύρω σου, κάνουν χαρούλες και απομακρύνονται κουνώντας την ουρά τους.
Χρειάστηκαν τόσα χρόνια να περπατήσω στη βροχή, για να καταλάβω επιτέλους, πως πάντα πίσω από τα μαύρα σύννεφα,
κρύβεται ένας ήλιος λαμπερός.

Κράτησε μια μικρή πλατεία μέσα στην ψυχή σου, που θα κάθεσαι μόνο εσύ και τα πουλιά.

Άκου, φίλε μου, αν δε χτυπούσανε τα κύματα εκείνους τους βράχους στ' ακροθαλάσσι, δε θα καμάρωνες τώρα το σχήμα τους!

Επαναστάτης πάει να πει, να μην ακολουθείς το κοπάδι, ξεπουλώντας τη δική σου βούληση. Να μη σκύβεις το κεφάλι σε κανέναν εξουσιαστή και προπαντός στον πιο άγριο, τον πιο ύπουλο, τον εξουσιαστή που κρύβεις μέσα σου.

Αλκυόνη Παπαδάκη

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Σ΄αγαπάω...μάκούς?

Σ' αγαπάω, μ' ακούς;
Κλαίω, πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
κλαίω για τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς
και τραγουδάω για τα αλλά που πέρασαν, εάν είναι αλήθεια.
Για τα "πίστεψέ με" και τα "μη."
Μια στον αέρα μια στη μουσική,
εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδάω
κλαίω για το σώμα πού άγγιξα και είδα τον κόσμο.
Έτσι μιλώ για 'σένα και για 'μένα.
Επειδή σ' αγαπάω και στην αγάπη
ξέρω να μπαίνω σαν πανσέληνος
από παντού, για 'σένα
μέσα στα σεντόνια, να μαδάω λουλούδια κι έχω τη δύναμη.
Αποκοιμισμένο, να φυσάω να σε πηγαίνω παντού,
σ' έχουν ακούσει τα κύματα πως χαϊδεύεις,
πως φιλάς, πως λες ψιθυριστά το "τι" και το "ε."
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά.
Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτάδι,
πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει.
Το κλειστό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ.
Επειδή σ' αγαπάω και σ' αγαπάω.
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει
τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο.
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή που πια
δεν έχω τίποτε άλλο μες στους τέσσερις τοίχους,
το ταβάνι, το πάτωμα να φωνάζω από 'σένα
και να με χτυπά η φωνή μου
να μυρίζω από 'σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι.
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ακούς;
Είναι νωρίς ακόμη μέσα στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
να μιλώ για 'σένα και για μένα.
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς;
Είμ' εγώ, μ' ακούς; Σ' αγαπάω, μ' ακούς;
Πού μ' αφήνεις, που πας, μ' ακούς;
Θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς; για μας, μ' ακούς;
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς;
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς;
το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και μ' ακούς;
Της αγάπης μια για πάντα το κόψαμε
και δεν γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς;
Σ' άλλη γη, σ’ άλλο αστέρι, μ' ακούς;
δεν υπάρχει το χώμα δεν υπάρχει ο αέρας που αγγίξαμε,
ο ίδιος, μ' ακούς;
και κανείς δεν κατάφερε από τόσον χειμώνα
κι από τόσους βοριάδες, μ' ακούς;



Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ' ακούς;
Μες στη μέση της θάλασσας
από το μόνο θέλημα της αγάπης, μ 'ακούς.
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ' ακούς.
Άκου, ποιος μιλάει στα νερά και ποιος κλαίει, ακούς;
Είμαι εγώ που φωνάζω κι είμαι εγώ που κλαίω, μ' ακούς;
Σ' αγαπάω, σ’ αγαπάω, μ' ακούς;
Για 'σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
και γιατί, λέει, να μέλει κοντά σου να 'ρθω.
Που δεν θέλω αγάπη αλλά θέλω τον αέρα που αναπνέεις
και για 'σένα κανείς δεν είχε ακούσει.
Μόνη να περιμένω που θα πρωτοφανείς
σαν από μια εικόνα καταστραμμένη.
Που κανείς να μην έχει δει για σένα για 'σένα μόνο εγώ,
μπορεί, και η μουσική που διώχνω μέσα μου
αλλά αυτή γυρίζει δυνατότερη για 'σένα,
όλα για 'σένα, για 'σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή.
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
έτσι σ' έχω κοιτάξει που μου αρκεί.
Να' χει ο χρόνος όλος αθωωθεί μες σε αυτά που το πέρασμα σου αφήνει.
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί πριν από εσένα και μαζί σου.
Πήγαινε, και ας έχω εγώ χαθεί ένα κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μέσα μια φωνή κι έναν καθρέφτη να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ.
Να σε βλέπω μισό να περνάς από μπροστά μου
και μισή να κλαίω για αυτό που χάνω, σ' αγαπάω... Μ' ακούς;

        
Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, μ' ακούς.
                                                              [
Οδυσσέας Ελύτης]

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Χθες βράδυ...



Χθες βράδυ....ήρθες στο όνειρόμου.....είπες πως είναι ωραία εκεί...
..χαμογέλασες και έφυγες.
Εφυγες....δεν πρόλαβα να σου πω ότι σε αγαπάω...ότι ο κόσμος είναι
άδειος χωρίς εσένα.........μου λείπεις και όμως είναι σαν να μην
πέρασε ούτε μια μέρα.

Οι αναμνήσεις πολλές....ατελείωτες.
Πέρασαν τόσα χρόνια και όμως ο πόνος δε φεύγει......παραμένει εκεί.
Μου λείπεις....σε ευχαριστώ για όσα μου έδωσες μα πιο πολύ σε
ευχαριστώ που υπήρξες στη ζωή μου.
Εύχομαι κάθε βράδυ να έρχεσαι στο όνειρό μου...να μυρίζω μόνο
το άρωμά σου.....αχ να ήσουν δίπλα μου!!!!!!!!................                             [Σοφία]





Πόσο βαριες είναι οι μέρες!
Δεν υπάρχει καμμιά φωτιά να με ζεστάνει,
κανένας ήλιος να γελάσει μαζί μου.
Όλα είναι μίζερα.
Ολα είναι κρύα και άσπλαχνα.
Ακόμα και τα αγαπημένα άστρα
μοιάζουν αφάνταστα θλιμμένα.[Χερμαν Εσσε]



Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Το χρώμα του φεγγαριού

- Τι χρώμα έχει η λύπη;
Ρώτησε το αστέρι την κερασιά
και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε
βιαστικά. 
-Δεν άκουσες; Σε ρώτησα,  τι χρώμα έχει η λύπη;
- Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος
στη αγκαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλε.
- Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
- Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
  -Τί χρώμα έχει η χαρά;
- Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.
- Και η μοναξιά;
- Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
- Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
  Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
- Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
- ...Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο.
- Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
- Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
- Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε το αστέρι ...

Κοίταξε μακριά στο κενό ... Και δάκρυσε ... 
«Είναι τόσο σπάνιες οι ευτυχισμένες στιγμές; ρώτησε κείνο το βράδυ
 τ’ αστέρι. Το δέντρο μόλις είχε κλείσει τα βλέφαρά του να ξεκουραστεί.
Κούνησε τα κλαδιά του κι αποκρίθηκε λίγο νυσταγμένα.
  - Όχι… Όχι. Δεν είναι τόσο σπάνιες.
  Μόνο που … Να οι άνθρωποι κυνηγούν αυτές τις στιγμές με το μυαλό τους. Κι αυτό είναι, πώς να στο πω, υπόθεση καρδιάς.
- Πες μου κάποιες ευτυχισμένες στιγμές.
- Άσε με τώρα, νυστάζω.
- Πες μου, επέμενε το αστέρι. Πες μου μερικές.
- Ένα παξιμαδάκι κανέλας στα ζαρωμένα χέρια της γιαγιάς. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια κάτω από το κρεβάτι του Φώτη. Ένα κοχύλι στα όνειρα της Αγγελικής… 
Ένα φιογκάκι στο χρώμα του φεγγαριού…
Καληνύχτα. Νυστάζω πολύ απόψε.
- Πες μου ακόμα μια ευτυχισμένη στιγμή και ύστερα θα σ’ αφήσω να κοιμηθείς.
- Σ’ αγαπώ, πολύ!
- Καληνύχτα! Είπε τ’ αστέρι τρισευτυχισμένο κι έδωσε μια βουτιά και πιάστηκε από το ματόκλαδο του φεγγαριού…».

                                               ΑΛΚΥΟΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ(  Το χρώμα του φεγγαριού )

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010


"-Ξέρεις τι είναι ο έρωτας; Το βαθύ μπλε τ' ουρανού.
Το βαθύ κόκκινο της παπαρούνας. Το φλύαρο πράσινο του λιβαδιού. Τα χρώματα της ψυχής, Ρόζυ, αυτός είναι ο έρωτας.

-Δεν θέλω να τελειώσει ποτέ αυτό που ζούμε εμείς οι δυο.

-Μη βρίζεις, Ροζυ. Δεν υπάρχουν κλειδαριές ασφαλείας στα αισθήματα.
Όλη η ζωή είναι αυτή η ώρα.

Ζήσε.
Μη βρίζεις.
Μη σκέφτεσαι.
Μη μιλάς.
Χάρισε το κορμί σου στους ανέμους.
Άφησε την ψυχή σου να λιώσει.
Να χυθεί μέσα στις χούφτες μου.

Τίποτα δεν υπάρχει έξω απο μας τους δύο.
Τίποτα δεν έγινε ποτέ καλύτερο στην πλάση.
Ούτε θα γίνει."
                                                                    ΑΛΚΥΟΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ